Λαοφραφικά του Λούρου ( Γλωσσικοί ιδιωματισμοί, ή ιδιωγλωσσάρι. )


Πριν από 50 χρόνια, στο δημοτικό σχολείο του Λούρου, ο δάσκαλος ρώτησε, έναν μαθητή... 

- Πες μου παιδί μου δέκα λέξεις που ν’ τελειώνουν σε ΄΄αρ΄΄.

Ο μαθητής, ετοιμόλογος, απάντησε:


-Αρ ναρ τρικακάρ, το γομάρ τ’Βασίλ Μπεκιάρ, στο καρνιάρ, είναι δεμένο απ’το ποδάρ, τρώει χορτάρ, έχει και το σαμάρ στο κοκαλιάρ.

Ο συγχωριανός μας, Βασίλη Τσελίκης, όταν τον ρωτούσαν ποια είναι τα ονόματα της οικογένειας του, έλεγε το εξής:

-Τσίλια, Νέτα, Μάλιω, Μούλια , Μπάκια, Φάκια, Ράκια.

Δηλαδή:
Βασίλης, Ανέτα, Αμαλία, Θωμάς, Λάμπρος, Αρίστιππος, Θόδωρος.

 Όταν η ποδοσφαιρική ομάδα του χωριού μας (Θρίαμβος), έβαζε γκολ σε αντίπαλη ομάδα, οι Λουριώτες φίλαθλοι τραγουδούσαν το εξής: 

- Σας πήρη του πουτάμ, σας πήρη ου ποταμός, σας έκλεισε τα σπίτια ου Λούρος ου τρελός.


Προτάσεις-Εκφράσεις

-Α! κόλπος κακός = να σε κτυπήσει εγκεφαλικό. (βρισιά)

-Α! να’ χεις γίν ξίκ! = Α! να φύγεις από εδώ!

-Άϊ στ’ (γ)κούρνα’ς μαρέ = άντε (πήγαινε) στο σπίτι σου μωρέ, φύγε από εδώ. (βρισιά)

-Άϊ στου διάολου σέρπετου = άντε στον διάβολο ερπετό. ( βρισιά )

-Άϊ χες πατόκορφα = άντε να χεστείς από πάνω μέχρι κάτω.( βρισιά )

-Αλίχτσε ος θελς, Αλίχτα ος θέλς = φώναξε όσο θέλεις. (ειρωνεία)

-Αφίσκο είσαι, είσαι μια αφσκιά = είσαι πολύ άσχημος.

-Γιατί ματσλάς κί κάνς τουν ανήξηρου. Θα σδώκου μιά κι θα σ’φύγουν τα τσαγούλια. Θα μί βλέπς κι θα τρέμς = γιατί μασουλάς και αδιαφορείς. Θα σε κτυπήσω πολύ στο πρόσωπο. Θα με βλέπεις και θα τρέμεις.

-Γίνι ξίκ. Στάχτ να γένς. Κακιά αστραπή να σι βαρές = (κατάρες)

-Γίνκεις χρίνα = έγινες χάλια, λερώθηκες πολύ.

-Δεν τελέβεσαι = δεν υποφέρεσαι.

-Δε παίρς απού ουμνίνια, μ’ άσπρισεις παράκερα, μόπριξες τα σκότια και τα πλιμόνια, μι χτίκιασεις, μάλιασ’ η γλώσσαμ, θα σι μτζώξου κί θα φύγου, σί μπιζέρσα = δεν καταλαβαίνεις τίποτα από ορμήνιες, άσπρισαν τα μαλλιά μου, πρήσθηκαν τα σκότια μου και τα πνευμόνια μου, με αρρώστησες, με πόνεσε η γλώσσα μου θα σε εγκαταλείψω και θα φύγω, με κούρασες.

-Δε’σκόβ του κεφάλ, ίτς μυαλό δεν έχς, δε σκόβ μπίτ για μπίτ, δε σκόβ αλότιλα = δεν σου κόβει το κεφάλι, καθόλου μυαλό δεν έχεις. (=δεν καταλαβαίνεις). ( βρισιά )

-Δε’ς κραίνω = δεν σου μιλάω.

-Ήβρικεις φσκή κατ’ αυτού στα γρέκια = βρήκες φουσκί κάτω στους στάβλους.

-Θα σ’δώκω μιά στα κλιτσνάρια, θα σ’πού ιγώ = θα σου δώσω μια κλοτσιά στα πόδια και θα σου πω εγώ.

-Θα σ’ρίξω μία και θα σ’αφήσω σκόπ = θα σε χτυπήσω και θα μείνεις ξερός.

-Κνίς μαρέ = κουνήσου μωρέ.

-Κόσια μια κοσή = βάλε μια τρεχάλα.

-Μά’στα τσαπράγκαλα σ’ = μάζεψε τα πράγματά σου.

-Μαρή, τα σιάπλασες τ’αυγά = μωρή, τα έσπασες, στραπατσάρισες τα αυγά.

-Μ’έκανις ρεντίκουλο, δεν έχς ντρουπή ψλάς = με γελοιοποίησες, δεν ντρέπεσαι. ( βρισιά )

-Μέκοψε λόρδα = πείνασα πολύ.

-Με σήκωσε οργιό = με έπιασε ρίγος.

-Μη βγαίν’ς ξεμπλέτσωτο (ζόρκο) όξου θα καρακόϊ’ς, (αρωστήϊ’ς) θα πάρ’ς πούντα. = μη βγαίνεις με λίγα ρούχα έξω από το σπίτι, θα αρρωστήσεις πολύ.

-Μη με μαλάειζ = μην με αγκίζεις.

-Μη με πράϊ’ς, θα σε κάνω ζιάπα = μην πειράζεις, θα σε λιώσω.

-Μη σγών’ς σμά = μην με πλησιάζεις.

-Μούρθε σπλίξ = μου ήρθε σπλίξη, ένιωσα χάλια.

-Μού’ρχεται σα κομάρα-σα χαμάρα = δεν νιώθω καλά.

-Μπά, πνα σόμπενε ου διάουλους, Γιούσας μέσα’ς = να σε κυρίευε ο διάβολος. (κατάρα)

-Μσήκουις αλπασιά =με ζάλισες. ( βρισιά )

-Να γίν’ς ξίκ = να φύγεις απ’εδώ, να εξαφανιστείς. (βρισιά)

-Να σε βαρές κακός νταμπλάς = να σε κτυπήσει εγκεφαλικό. (βρισιά)

-Να σί κόβ η νίλα =να σε αγγίζει στην ψυχή, να λυπάσαι.

-Να σπάρου του κακό, Να σί φλάει η Παναϊα = ευχή

-Νατ’ς ζής τ’ς καημένς, γένσε σιρκό πιδί = να της ζήσει το αρσενικό παιδί. ( ειρωνεία )

-Νόμ ένα τσρατσί να σκοπστού = δώσε μου ένα πανί να σκουπιστώ.

-Πού σκών’ς υψώματα = πού γυρνάς

-Που στα τσακίδια πήγε,= που στα κομμάτια πήγε. (κατάρα)

-Πώς σε λέν; – Λέν με λέν σλέω = Πώς ονομάζεσαι (πώς σε λένε); Ελένη λέγομαι σου απαντώ. (Ελένη με λένε σου λέω)

-Ούλου κβέντις είσι = Συνέχεια μιλάς αλλά δεν κάνεις τίποτα.

-Ούϊ μάναμ = ωχ μάνα μου.

- Ούϊ, παρασκάλσα του πουδάρ! = Ωχ, στραμπούλιξα το πόδι μου.

-Τα μπουμπούνξα = τα βρόντηξα.

-Τσόπα τ’ς είπα γω, ίτ’ς κρίς αυτή = μην μιλάς τις είπα εγώ, και αυτή δεν έβγαλε μιλιά.

-Τι να κάν ου καημένος; τα καταπίν. Τουν έχ στου βρακίτς = Τι να κάνει ο δύστυχος. δεν μιλάει γιατί η γυναίκα του, του επιβάλλεται..

-Τι τσίπες = τι της είπες.

-Τι σιάν’ς; = τι φτιάχνεις; τι κατασκευάζεις; τι επιδιορθώνεις;

-Τόχς τζώρα του κεφάλ = είσαι ξεροκέφαλος.

-Χστό’ς χαρνέτο’ς = είσαι πολύ ωραίος, ο χριστός να σε φυλάει.



-Χστό’ς Λούρο μ’ = Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΝΑ ΦΥΛΑΕΙ ΤΟΝ ΛΟΥΡΟ




ΟΔΟΙΠΟΡΙΚΟ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ-ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΜΝΗΜΕΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΛΟΥΡΟ

ΚΩΝ/ΝΟΥ Θ. ΖΑΚΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλώ πληκτρολογήστε το σχόλιό σας